Οι απολύσεις στο Δημόσιο να αποτελέσουν αφετηρία για κάθαρση και να καλύψουν το περί δικαίου φρόνημα του λαού που ζητά να απολυθούν οι κλέφτες τονίζει σε επιστολή του προς τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Αντώνη Μανιτάκη ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου-Δυτικής Μακεδονίας Ηλίας Θεοδωρίδης.
Ειδικότερα στην επιστολή του ο Γενικός Γραμματέας αναφέρει:
«Κύριε Υπουργέ,
Όλο αυτό το διάστημα παρακολουθώ την αγωνιώδη προσπάθεια που καταβάλετε προκειμένου να σχεδιάσετε την αναδιοργάνωση του Δημόσιου τομέα στη βάση της κυβερνητικής συμφωνίας με την τρόικα αλλά, με το λιγότερο δυνατό κόστος και επιπτώσεις στους υπαλλήλους.
Στο πλαίσιο λοιπόν της δημόσιας διαβούλευσης που ξεκίνησε το Υπουργείο για το επικείμενο σχέδιο νόμου με την παρούσα επιστολή θα ήθελα να καταθέσω τις προτάσεις και απόψεις μου και ταυτόχρονα να σας κοινοποιήσω τις διαπιστώσεις μου για την μέχρι τώρα λειτουργία του Δημόσιου τομέα που αποτελούσαν για όλους μας κοινό μυστικό.
Στην χώρα είχε διαμορφωθεί ένα πέπλο προστασίας και ατιμωρησίας της διαφθοράς το οποίο ενισχύονταν:
- Από ένα νομικό δίχτυ προστασίας (νομοθεσία περί προσωπικών δεδομένων, απόρρητου τραπεζικών καταθέσεων),
- Από το μοντέλο φάκελων αδιαφανούς διαχείρισης οικονομικών υποθέσεων,
- Από την πολιτική και συντεχνιακή προστασία ημετέρων,
- Από την ανοχή και συγκάλυψη των ελεγκτικών μηχανισμών κλπ.
Μια κουλτούρα αμοραλισμού, ανυπέρβλητης γραφειοκρατίας, διοικητικής αλαζονείας, δαιδαλώδους νομοθεσίας αποτελούσε το υπόστρωμα καλλιέργειας της διαφθοράς στη δημόσια διοίκηση.
Στις εκτιμήσεις του παγκόσμιου οργανισμού διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς η χώρα καταλαμβάνει μια από τις υψηλότερες θέσεις στην παγκόσμια κλίμακα διαφθοράς. Το κόστος αυτής της διαφθοράς υπολογίζεται σε πάνω από 7% του Α.Ε.Π. της χώρας.
Η ανολοκλήρωτη θεσμικά δημοκρατία μας παρουσιάζει όψεις τριτοκοσμικής χώρας στους θεσμούς της υγείας, της παιδείας, τους ασφαλιστικούς οργανισμούς τις πολιτικές πρόνοιας, τις εφορίες, τις πολεοδομίες, στα τελωνεία, στη διαχείριση των ευρωπαϊκών πόρων, στα δημόσια έργα, στο μιντιακό σύστημα, στην χρηματοδότηση των επιχειρήσεων κλπ.
Στο στενό αλλά και ευρύτερο δημόσιο τομέα έχει εγκατασταθεί ένα ιδιόμορφο σύστημα οικονομικών σχέσεων. Ένα μικτό σύστημα οικονομίας το οποίο είναι «κατά το κόστος δημόσιο-κατά το κέρδος ιδιωτικό». Δηλαδή μέσα από σωρεία παράνομων συναλλαγών χρεώνουν το ελληνικό δημόσιο και τους πολίτες εξασφαλίζοντας παράνομο ιδιωτικό πλουτισμό, με κύριο προσόν την εξουσία που τους παρέχει η συμμετοχή στην διοικητική θεσμική πυραμίδα.
Η οικονομική προμήθεια και η «μίζα» δεν χρειαζόταν ούτε να προταθεί ούτε να ζητηθεί, λειτουργούσε ως κοινωνικός αυτοματισμός. Η παραοικονομία μεταξύ κράτους και οικονομίας είχε πάρει αυξητικές διαστάσεις δημιουργώντας τα τεράστια κρατικά ελλείμματα με αντίστοιχη κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα. Παράλληλα, ο δημόσιος τομέας αποτελούσε τη μεγαλύτερη πελατειακή εκλογική μηχανή για τα κυβερνητικά κόμματα της χώρας. Οι ρουσφετολογικοί διορισμοί, η παντελής έλλειψη αξιολογητικών μηχανισμών, η αναξιοκρατική ανέλιξη, η κατάληψη κομβικών θέσεων στην οικονομική διαχείριση και τη διοίκηση, η εξασφάλιση ατιμωρησίας, η συντεχνιακή εξαγορά των κρατικών συνδικάτων, η διαπλοκή μεταξύ πολιτικής εξουσίας και διοίκησης εξασφαλίζουν ασυλία από κάθε μορφή δημοκρατικού ελέγχου πάνω στη δημόσια διοίκηση και τους «λειτουργούς της».
Το ΑΣΕΠ παρά τις πολλαπλές απόπειρες εκφυλισμού του αποτέλεσε τη μεγαλύτερη καινοτομία στην ελληνική δημόσια διοίκηση στην αποδέσμευση της δημόσιας διοίκησης από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό των κομμάτων εξουσίας.
Η πρώτη σοβαρή ρήξη μεταξύ κράτους –κυβερνητικής εξουσίας επήλθε με το ξέσπασμα της κρίσης χρέους το 2010 και την επιβολή του πρώτου μνημονίου. Η ρήξη όμως αντί να πάρει θεσμικές και δομικές διαστάσεις που θα σηματοδοτούσαν την απαρχή μιας ουσιαστικής κρατικής μεταρρύθμισης, μιας πολιτικής κάθαρσης, ενός κοινωνικού δημοκρατικού ελέγχου δομών και προσωπικού όπως ήταν η απαίτηση του λαού, εκφυλίστηκε σε μονομερείς περικοπές μισθών και συντάξεων του δημοσίου.
Κύριε Υπουργέ,
Σήμερα καλούμαστε πέρα από τις δομικές αλλαγές επαναθεμελίωσης του Ελληνικού κράτους και των κοινωνικών και οικονομικών του θεσμών, να προχωρήσουμε στην αξιολόγηση του στελεχιακού και υπαλληλικού του προσωπικού.
Η αγωνιώδης προσπάθεια να προσδιοριστούν «οι δεξαμενές» που θα τροφοδοτήσουν τις απολύσεις, η αναγκαιότητα ηθικής και νομικής τεκμηρίωσης πυροδοτεί αντιπαραθέσεις συνταγματικής και αξιακής φύσης, (ως προς τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, τις αντιπαραγωγικές συμπεριφορές, την παραβίαση του δημοσιουπαλληλικού κώδικα, τα πλαστά δικαιολογητικά, την εφαρμογή των προσωρινών δικαστικών αποφάσεων κ.α.).
Λείπει όμως, το βασικό κριτήριο που θέτει ως προϋπόθεση απολύσεων ο ελληνικός λαός, όχι μόνο στο δημόσιο αλλά και στην πολιτική, την οικονομία και την κοινωνία. Η παλλαϊκή ρήση «όσοι έκλεψαν να απολυθούν» αναδεικνύει το ιστορικό έλλειμμα δικαίου ενός λαού, το οποίο οφείλει να αποκαταστήσει μια νέα δημοκρατική πολιτεία που πραγματικά επιθυμεί μια πειθαρχημένη πορεία συμπόρευσης με το λαό για μια δίκαιη και μόνιμη έξοδο από την κρίση.
Όσοι καταχράστηκαν και υπεξαίρεσαν δημόσιο χρήμα, όσοι ζημίωσαν το δημόσιο με υπερτιμολογήσεις με αντάλλαγμα χρηματικά ποσά, όσοι με κατάχρηση εξουσίας εκχώρησαν χρηματοδοτήσεις και επιδοτήσεις, εξασφάλισαν διευκολύνσεις, εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις με απόσπαση χρηματικών ποσών, όσοι μέσα από συναλλαγές ή εκβιασμούς απέκτησαν αδικαιολόγητα περιουσιακά στοιχεία αυτοί βρίσκονται στην κορυφή της λίστας των επίορκων του Δημόσιου τομέα.
Ένας ουσιαστικός αναδρομικός έλεγχος πόθεν έσχες σε κρατικούς αξιωματούχους, στελέχη και υπαλλήλους του δημόσιου τομέα,στη διάρκεια των δύο ετών 2013-2014, είναι πιθανό να αποδώσει πολύ περισσότερους από 15000 επίορκους υπαλλήλους προς απόλυση και δήμευση περιουσίας από παράνομο πλουτισμό.
Δεν είναι ούτε δίκαιο, ούτε ηθικό, ούτε νόμιμο να προχωρήσουμε σε απολύσεις τεμπέληδων, καθ’ έξιν ασθενών, μη παραγωγικών, «ανίκανων», συμβασιούχων, ή αυτών που θα καταργηθούν οι οργανικές τους θέσεις και να αφήσουμε στη θέση τους μεγάλους καταχραστές του δημόσιου.
Μήπως με τις αλλαγές που προωθούνται κινδυνεύουμε να αφήσουμε άθικτη τη διαφθορά στο δημόσιο, εξαντλώντας τη λίστα των λοιπών επίορκων υπαλλήλων, των φορέων που καταργούνται, ή ακόμα και των υπαλλήλων αορίστου χρόνου;
Πώς θα αντιμετωπίσουμε την κριτική της μεγάλης πλειοψηφίας των έντιμων και συνειδητών υπαλλήλων ότι για μία ακόμη φορά σε τόσο κρίσιμη περίοδο οι κυρίως επίορκοι θα μείνουν ατιμώρητοι;
Οι σποραδικοί έλεγχοι σε όποιο τομέα και αν γίνονται αποκαλύπτουν εστίες διαφθοράς και αδικαιολόγητου παράνομου πλουτισμού. Ας προχωρήσουμε λοιπόν θαρραλέα στην αποκάλυψη όλων αυτών που συμμετείχαν στην διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και οδήγησαν ένα ολόκληρο λαό στην εξαθλίωση.
Η άρση μιας απαξιωτικής κριτικής για το πολιτικό σύστημα, η επαναθεμελίωση-επανίδρυση του κράτους, έχει ως προαπαιτούμενο την άρση της ιστορικής εκκρεμότητας της μεταπολίτευσης: ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΘΑΡΣΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ.
Η υπέρβαση των συστημικών περιορισμών προς αυτή την κατεύθυνση θα αναδείξει την νέα ηγεμονική πολιτική δύναμη που θα οδηγήσει τη χώρα στο δρόμο της δημοκρατικής αναγέννησης».